Η κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί η χώρα μας μετά τις γνωστές αποφάσεις στα δύο εφιαλτικά Eurogroup του Μαρτίου, μας αναγκάζει να δούμε πολλές αλήθειες κατάματα. Δεν είναι λύση, ούτε να ψάχνουμε να ρίξουμε 100% των ευθυνών στους ξένους που μας επιβουλεύονται, όπως δεν είναι λύση να περάσουμε σε μια φάση αυτοενοχοποίησης για κάθε κακό που μας βρήκε.
Βρεθήκαμε σε αδυναμία κυρίως από δικά μας λάθη και δώσαμε την ευκαιρία να γίνουμε το απόλυτο πειραματόζωο της Ευρωζώνης. Και ενώ υπό άλλες συνθήκες θα απαντούσαμε στους «εταίρους» μας που προκαλούσαν για την ποιότητα του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού μας οικοδομήματος, «ο αναμάρτητος πρώτος το λίθο βαλέτω», οι συνθήκες που αφήσαμε να διαμορφωθούν, ή που κάποιοι μας βοήθησαν να αφήσουμε να διαμορφωθούν για δικούς τους λόγους, δεν μας επέτρεπαν να αντισταθούμε ουσιαστικά.
Αφήνοντας κατά μέρος τα συμφέροντα, τα κίνητρα και τις τακτικές των «εταίρων» μας ή και τρίτων που επηρέασαν τη μεταχείριση που τύχαμε και ψηλαφώντας τις παθογένειες που ξέραμε ότι έχουν οι δικοί μας θεσμοί και τα δικά μας συστήματα, δεν μπορούμε παρά να κάνουμε κάποιες πικρές διαπιστώσεις. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο καθένας από το πόστο του και από τις συναναστροφές που είχε, γνωρίζαμε ότι το Σύστημα έπασχε. Ζήσαμε το χρηματιστήριο, τις αρπαχτές των ακινήτων, τα αξιόγραφα, τα Μαρί, την Ήλιος κ.λπ., κ.λπ.. Και οι πρωταγωνιστές, τις περισσότερες φορές οι ίδιοι. Οι τραπεζίτες, οι χρηματιστές που ύστερα έγιναν μεσίτες ακινήτων, η Κεντρική Τράπεζα, οι δικηγόροι, οι οικονομικοί παράγοντες και εν τέλει συνολικά το Πολιτικό μας Σύστημα. Ένα πολιτικό Σύστημα που αντί να διοικήσει αρκέστηκε στο να παρακολουθεί, να διευκολύνει ή και να συμμετέχει στο φαγοπότι.
Μας βόλεψε και μας βόλευε η απουσία σοβαρών θεσμών. Μας βόλεψε και μας βόλευε η ατιμωρησία και η αλληλοκάλυψη μεταξύ σκάρτων θεσμών. Μας βόλεψε και μας βόλευε η ακαμψία ενός Συντάγματος που δεν έπρεπε να το αγγίξουμε για 50 τόσα χρόνια. Επέτρεψε να κτιστούν βασίλεια και κεκτημένα που κανείς δεν μπορούσε, ή δεν ήθελε να αμφισβητήσει γιατί όλο και κάπου μας εξυπηρετούσε.
Την ώρα που μπαίναμε στην Ευρώπη θα ανέμενε κάποιος με βάση τα νέα δεδομένα που είχαμε μπροστά μας, να αναδομήσουμε πλήρως το απηρχαιωμένο μας κράτος ώστε να συνάδει με τις νέες προκλήσεις. Ήταν η μεγαλύτερη μας ευκαιρία. Αντί τούτου κάναμε αλχημείες στις νομοθεσίες ώστε να χωρέσει το κεκτημένο στα σκουριασμένα γρανάζια μιας πεπαλαιωμένης μηχανής. Καταλήξαμε σε μια κρατική μηχανή όπου άλλοι τρέχουν να προλάβουν τις εξελίξεις στην Ευρώπη και άλλοι δεν έχουν πλέον ρόλο γιατί έχει κλείσει ο κύκλος τους. Και όμως παραμένουν εκεί.
Αξιοποιήσαμε κυρίως μη επαναλαμβανόμενα έσοδα για να φτάσουμε τους δείκτες της οικονομίας σε επίπεδα ευρωζώνης και να γίνουμε δεκτοί, αλλά ουδέποτε προγραμματίσαμε τις τομές που έπρεπε να γίνουν για να μπορεί η μικρή μας οικονομία να παραμείνει σε τροχιά Ευρωζώνης.
Κολλήσαμε στα συμφέροντα μικροομάδων πίεσης αντί να δούμε τις μεγάλες προκλήσεις που ήταν μπροστά μας. Αντί να σκεφτόμαστε την οικονομία μας ως σύνολο και να λαμβάνουμε ως κριτήριο για τις αποφάσεις μας το γενικό συμφέρον, παραμείναμε έρμαιο μικροομάδων, μικρομάγαζων και μικροπολιτικών, γιατί Α ή η Β μικροομάδα κουβαλούσε Χ ψήφους. Και στη μάχη για το δέντρο, χάσαμε το δάσος.
Επιστρέψαμε στην μετριοκρατία να πρυτανεύσει και στην τσαπατσουλιά και την ευθυνοφοβία να γίνει θεσμός. Επιτρέψαμε στο λαϊκισμό και την πελατειοκρατία να γίνει κυρίαρχο χαρακτηριστικό της πολιτικής μας ζωής. Δείξαμε απίστευτη ανοχή σε ανθρώπους, σε θεσμούς, σε οργανισμούς, σε επιχειρήσεις που ξέραμε πολύ καλά ότι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Που δεν άξιζαν αυτή την ανοχή, ούτε τις πολλές ευκαιρίες που τους δώσαμε. Το μόνο πράγμα στο οποίο δεν δείχνουμε ανοχή σε αυτό τον τόπο, είναι στους προπονητές του ποδοσφαίρου.
Μεθύσαμε με την ευφορία των δυνατοτήτων που μας έδωσε το Ευρώ να γίνουμε μεγαλοτραπεζίτες και να προσελκύσουμε κάθε μορφής κεφάλαια, καθαρά και μη. Θεωρήσαμε ότι μπορούμε να παίξουμε σε παιχνίδια με παίχτες πολύ μεγαλύτερους και προφανώς πολύ πιο επιδέξιους, ή και επιτήδειους από μας. Αλίμονο όμως, ξεχάσαμε πως υπάρχουν και ρίσκα. Ξεχάσαμε πως υπάρχουν και όρια που πρέπει αυτόβουλα να βάζεις και να φροντίζεις να μην τα ξεπερνάς αν δεν έχεις τις δυνατότητες. Ξεχάσαμε πως όσο ψηλά φτάσεις τόσο μεγαλύτερο θόρυβο κάνεις όταν θα πέσεις. Και εν τέλει ξεχάσαμε πως μεγάλα καράβια περνάνε μεγάλες φουρτούνες. Στη δική μας περίπτωση όμως, δεν ήταν καν το καράβι μεγάλο, μόνο το πανί. Μια βάρκα ήταν το σκάφος με ένα τεράστιο πανί. Και όταν φύσηξε κόντρα, μας πήρε το πανί μαζί του στον πάτο. Αγνοήσαμε δυστυχώς το σοφότατο «Παν μέτρον άριστον».
Δεν ξέρω λοιπόν πόσα από όσα πάθαμε ήταν στημένα. Ούτε ξέρω πως μπορεί κάποιος να αιτιολογήσει τις πολλές και παράξενες συμπτώσεις που αφορούν τους πρωταγωνιστές του έργου που είδαμε και το παρελθόν τους. Ούτε και μπορώ να γνωρίζω πόσο πιο σημαδεμένες θα είναι οι τράπουλες με τις οποίες θα παίζουμε στο μέλλον λόγω και της ύπαρξης των ενεργειακών πόρων στην περιοχή μας. Εκείνο που ξέρω όμως είναι πως τα μόνα που μπορούμε να ελέγξουμε απόλυτα είναι τις δικές μας συμπεριφορές, τις δικές μας επιλογές και τη δική μας δράση. Και αν υπάρχει κάτι που πρωτίστως πρέπει να κάνουμε καλύτερα στο μέλλον είναι γίνουμε πιο ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Και κυρίως να μάθουμε να απαιτούμε ειδικά αυτοί που επιλέγουμε να μας διοικήσουν, να είναι πιο ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ. Ζητούνται λοιπόν ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΕΣ και ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ έτοιμοι να αναλάβουν την πλήρη ΕΥΘΥΝΗ των πράξεων τους και της ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ που τους αναθέτουμε. Και ζητούνται ΣΗΜΕΡΑ.
Κυριάκος Παρπούνας
Γενικός Διευθυντής
Green Dot (Cyprus) Public Co Ltd