Η Ευρωπαϊκή Εμπειρία Οδηγός και για τις Κυπριακές Επιχειρήσεις
Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 94/62 ΕΚ και του Κυπριακού Νόμου Περί Συσκευασιών και Αποβλήτων Συσκευασιών που ισχύει από τον Απρίλιο του 2002 (Ν32(Ι)/2002), την ευθύνη για την διαχείριση των αποβλήτων συσκευασιών έχουν πρωτίστως οι εταιρείες που για να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην αγορά τα τοποθετούν σε συσκευασίες (εμφιαλωτές, εγκυτιωτές, εισαγωγείς). Στον όρο συσκευασίες εμπίπτουν πέραν από την πρωτογενή συσκευασία που απαιτείται για να μπορεί ένα προϊόν να τοποθετηθεί στα ράφια των καταστημάτων και να διατεθεί στον καταναλωτή (χαρτί, γυαλί, πλαστικό, μέταλλο) και η συσκευασία που απαιτείται για να μπορούν να μεταφέρονται ομαδικά τα προϊόντα στα καταστήματα (π.χ. χαρτοκιβώτια) αλλά και η συσκευασία για να μπορούν τα χαρτοκιβώτια να μεταφέρονται ομαδικά στα κέντρα διανομής και τις αποθήκες (ξύλινες παλέτες, δέσιμο ή περιτύλιγμα παλέττου, κ.τ.λ.).
Αυτή η πρόνοια του Νόμου και των Κανονισμών που τον πλαισιώνουν συνάδει πλήρως με τη φιλοσοφία της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας βάση της οποίας είναι η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Αυτός δηλαδή που δημιουργεί ρύπανση στο περιβάλλον έχει την ευθύνη για την αποκατάσταση της.
Η ευθύνη φυσικά για τη διαχείριση των συσκευασιών δεν είναι αποκλειστική, ούτε πέφτει μόνο στους ώμους των εγκυτιωτών ή των εισαγωγέων των προϊόντων αφού αυτή επιμερίζεται μέσα από ειδικούς Κανονισμούς (Κανονισμοί ευθύνης παραγωγού), σε όλους τους παράγοντες της αλυσίδας παραγωγής και διάθεσης συσκευασιών στην αγορά. Έτσι, παρά το γεγονός ότι το μεγάλο μέρος της ευθύνης και το μεγαλύτερο μέρος του κόστους για τη διαχείριση των συσκευασιών βαρύνει τους εγκυτιωτές, ευθύνη έχουν με τη σειρά τους:
1. Οι παραγωγοί της ίδιας της συσκευασίας οι οποίοι έχουν ευθύνη να βρουν τρόπους να παραλαμβάνουν τα απόβλητα συσκευασίας και να ξαναχρησιμοποιούν τις πρώτες ύλες που προκύπτουν, στην παραγωγική διαδικασία,
2. Οι διακινητές των συσκευασιών (διανομείς, αντιπρόσωποι, οργανισμοί διάθεσης προϊόντων κ.α.) οι οποίοι έχουν ευθύνη να υποστηρίζουν και να υποβοηθούν τα συστήματα συλλογής των αποβλήτων συσκευασιών,
3. Οι οργανισμοί τελικής διάθεσης των προϊόντων στους καταναλωτές (υπεραγορές, εμπορικά καταστήματα κ.α.) οι οποίοι έχουν την ευθύνη να υποβοηθούν στη συλλογή και διαλογή των αποβλήτων συσκευασιών και να επιτρέπουν την οργάνωση συστημάτων συλλογής των αποβλήτων συσκευασιών στις εγκαταστάσεις τους.
Σαφέστατα φυσικά, πέραν των ευθυνών όλων των πιο πάνω παραγόντων, για να επιτύχουν οι οποιεσδήποτε προσπάθειες τους ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του Νόμου για την αξιοποίηση των αποβλήτων συσκευασίας, είναι απαραίτητη η ανταπόκριση του Πολίτη μέσα από τη συμμετοχή του στα συστήματα ξεχωριστής διαλογής ανακυκλωσίμων υλικών που θα δημιουργηθούν με τη διαλογή που πρέπει να γίνεται στο επίπεδο του νοικοκυριού.
Οι ποσοτικοί της Οδηγίας και του Κυπριακού Νόμου όσον αφορά την αξιοποίηση των αποβλήτων συσκευασιών είναι σαφέστατοι και συνοψίζονται επιγραμματικά στα πιο κάτω:
1. Τουλάχιστον 50% κατά βάρος του συνόλου των αποβλήτων συσκευασιών πρέπει να ανακτούνται (να διαχωρίζονται και να μην οδηγούνται σε τελική διάθεση με τα υπόλοιπα απόβλητα)
2. Τουλάχιστον το 25% κατά βάρος του συνόλου των αποβλήτων συσκευασιών πρέπει να ανακυκλώνεται
3. Τουλάχιστον το 15% κατά βάρος του κάθε υλικού συσκευασίας πρέπει να ανακυκλώνεται
Αυτά τα όρια είναι υποχρεωτικά για την Κύπρο και θα έπρεπε να έχουν ήδη επιτευχθεί από την 1η Ιανουαρίου του 2006. Παράλληλα, από το 2004 έχει τεθεί σε ισχύ τροποποίηση της βασικής οδηγίας (2004/12/EU) η οποία καθορίζει νέα, ψηλότερα ποσοστά ανάκτησης και ανακύκλωσης των συσκευασιών. Συγκεκριμένα, και μετά από τροποποίηση και του δικού μας Νόμου, μέχρι τις 31/12/2012 θα πρέπει και στην Κύπρο:
1. Τουλάχιστον το 60% κατά βάρος του συνόλου των αποβλήτων συσκευασιών πρέπει να ανακτούνται
2. Τουλάχιστον το 50% κατά βάρος του συνόλου των αποβλήτων συσκευασιών πρέπει να ανακυκλώνεται
2. Κατ΄ελάχιστον πρέπει να ανακυκλώνονται τα ακόλουθα:
• Τουλάχιστον 60% του γυαλιού
• Τουλάχιστον 60% του χαρτιού
• Τουλάχιστον 50% των μετάλλων
• Τουλάχιστον 22% των πλαστικών
• Τουλάχιστον 15% του ξύλου
Η άμεση ευθύνη λοιπόν βάσει των Νόμων που έχει η κάθε εταιρεία που τοποθετεί στην αγορά πάνω από 5 συνολικά τόνους συσκευασίας ετησίως, είναι να βρει τρόπο να ανακτήσει το 50% τουλάχιστον των συσκευασιών που τοποθετεί στην αγορά και να φροντίσει ένα μεγάλο μέρος από αυτές να ανακυκλωθούν. Αυτό θα πρέπει επίσης να φροντίσει να μπορεί να το αποδείξει τεκμηριωμένα στο κράτος, που δρα με την σειρά του ως εποπτική αρχή. Αυτή την υποχρέωση είναι εξαιρετικά δύσκολο ή και αδύνατο να το επιτύχει η κάθε εταιρεία από μόνη της.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα μια εταιρεία παραγωγής και εμπορίας ποτών για να δούμε τη σημαίνουν οι υποχρεώσεις της και αν είναι δυνατό να επιτύχει του σχετικούς στόχους από μόνη της. Η εταιρεία θα πρέπει να βρει τρόπο να επανακτά συστηματικά το 50% όλων των μπουκαλιών και κουτιών όλων των τύπων και κατηγοριών που διαθέτει στην αγορά, όλων των χαρτοκιβωτίων, περιτυλιγμάτων, πλαστικών και άλλων κιβωτίων και παλετών που διαθέτει στην αγορά, για να μπορέσει να προωθήσει και να διαθέσει τα προϊόντα της στους καταναλωτές. Και παρά το γεγονός ότι με αρκετή προσπάθεια ίσως μπορέσει να ανακτήσει κάποιες κατηγορίες των υλικών που μπορεί να παραμένουν σε κάποια κεντρικά σημεία (αποθήκες, κέντρα διανομής και αποθήκες καταστημάτων) όπως οι παλέτες και τα χαρτοκιβώτια, τα υπόλοιπα όμως υλικά που καταλήγουν στα καλάθια των καταναλωτών (μπουκάλες, τενεκεδάκια, συσκευασίες χυμών κτλ.) είναι τεχνικά και οικονομικά ανέφικτο να μπορέσει μια εταιρεία να τα ανακτήσει ώστε να αξιοποιηθούν.
Είναι για τους πιο πάνω λόγους που σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης την «ευθύνη παραγωγού» για το θέμα των συσκευασιών οι υπόχρεες εταιρείες την αναθέτουν σε φορείς που διαχειρίζονται συλλογικά συστήματα διαχείρισης συσκευασιών. Ένα συλλογικό σύστημα δρα για λογαριασμό περισσοτέρων από μίας επιχειρήσεων, οι οποίες σε εθελοντική βάση δημιουργούν ή συμβάλλονται με ένα τέτοιο συλλογικό σύστημα, το οποίο αναλαμβάνει την ευθύνη εκ μέρους των συμβαλλομένων επιχειρήσεων να βρει τρόπους να ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων αυτών έναντι του Νόμου και να αποδείξει τεκμηριωμένα στο κράτος ότι το έχει κάνει.
Το σημαντικό διαφοροποιούν στοιχείο το οποίο μπορούν να εκμεταλλευτούν τα συλλογικά συστήματα, είναι το γεγονός ότι δρώντας εκ μέρους πολλών επιχειρήσεων απολαμβάνουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας και αποκτούν σημαντική επιρροή στην αγορά των δευτερογενών υλικών, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων που διαχειρίζονται, έναντι μεμονωμένων μονοεπιχειρησιακών πρωτοβουλιών.
Τα συλλογικά συστήματα οργανώνονται συνήθως από ομάδες επιχειρήσεων αυτόβουλα, ή υπό την αιγίδα άλλων ευρύτερων οργανωμένων επιχειρηματικών σχημάτων (συνδέσμοι, επιμελητήρια κ.α.). Λειτουργούν συνήθως ως φορείς κάτω από το θεσμικό πλαίσιο μη κερδοσκοπικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ένα αριθμό μετόχων που είναι συνήθως οι εταιρείες που έχουν την αρχική πρωτοβουλία για την δημιουργία τους. Στην πορεία όμως συνεργάζονται με πολύ μεγαλύτερο αριθμό μελών που αποτελούνται από επιχειρήσεις που αποφασίζουν να συμβληθούν με το φορέα μετά τη δραστηριοποίηση του.
Η συνήθης λειτουργία των φορέων αυτών βασίζεται στον υπολογισμό τους κόστους ανάκτησης και αξιοποίησης του κάθε τύπου συσκευασίας ανά μονάδα μέτρησης βάρους (π.χ. κιλό ή τόνο) και η χρέωση κάθε μέλους, αντίστοιχων χρεώσεων ανά μονάδα μέτρησης βάρους για κάθε τύπο και ποσότητα συσκευασίας που διαθέτουν στην αγορά μαζί με τα προϊόντα τους. Τα χρήματα που συλλέγει ο φορέας τα διαθέτει για να μπορέσει να ανακτήσει και να αξιοποιήσει τις απαιτούμενες ποσότητες των υλικών για τα οποία έχουν υποχρέωση τα μέλη του και να συντάξει όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά προς το κράτος και προς τα μέλη του. Το κάθε μέλος, εφόσον πληρώσει τα απαιτούμενα τέλη προς το πιστοποιημένος από το κράτος συλλογικό σύστημα, θεωρείται ότι έχει καλύψει τις υποχρεώσεις του έναντι του Νόμου.
Ο φορέας εκτελεί το έργο του και τεκμηριώνει προς το κράτος μέσα από ένα σύστημα ενημέρωσης ότι έχει διαχειριστεί τόσα υλικά όσα προκύπτουν από την συλλογική υποχρέωση των μελών που εκπροσωπεί. Το θετικό είναι ότι ο φορέας έχει να αποδείξει στο κράτος ότι διαχειρίστηκε τις ποσότητες των υλικών για τις οποίες είχε υποχρέωση προς τα μέλη του και όχι ότι διαχειρίστηκε ακριβώς τις συσκευασίες που είχαν διαθέσει στην αγορά τα μέλη του. Αυτό είναι λογικό και για είναι εφικτό το έργο του κάθε φορέα αλλά και γιατί ο ευρύτερος στόχος του Νόμου είναι να αξιοποιούνται γενικά τα υλικά συσκευασίας και να μειώνονται τα απόβλητα που πετάμε στο περιβάλλον και όχι κατ’ ανάγκη να αξιοποιούνται τα συγκεκριμένα απόβλητα μιας μεμονωμένης επιχείρησης. Στο τέλος κάθε οικονομικού έτους ο φορέας θα πρέπει να έχει ένα ισοσκελισμένο ισολογισμό αφού είναι μη κερδοσκοπική επιχείρηση.
Σε Ευρωπαϊκό μάλιστα επίπεδο έχουν συσταθεί, πέραν από φορείς που δρουν μέσα στα κρατικά πλαίσια του κάθε κράτους μέλους και εξυπηρετούν ο καθένας τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κάθε κράτος, και ευρύτεροι διακρατικού τύπου φορείς (όπως για παράδειγμα η PRO-EUROPE), που έχουν καθιερώσει και ενιαία συστήματα σήμανσης των προϊόντων (όπως για παράδειγμα το Green Dot που εφαρμόζεται σε πέραν των 25 χωρών). Στόχος αυτών των φορέων είναι να βοηθήσουν τη μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειριών μεταξύ των κρατών και να βοηθήσουν τα προϊόντα που εμπορεύονται διακρατικά να εισέρχονται πιο εύκολα σε άλλα αντίστοιχα συστήματα άλλων χωρών στις οποίες εξάγονται.
Στην Κύπρο την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια δημιουργίας ενός τέτοιου συλλογικού συστήματος διαχείρισης συσκευασιών την έχει αναλάβει το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο δημιουργώντας τον Οργανισμό Green Dot (Cyprus) Public Co Ltd, ο οποίος έχει επίσης επιτύχει να οριστεί ως αποκλειστικός διαχειριστής του σήματος του Green Dot (το σήμα της Πράσινης Βούλας) στην Κύπρο. Το σύστημα της Green Dot Cyprus με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος είναι από την 1η Αυγούστου 2006, το πρώτο αδειοδοτημένο σύστημα Διαχείρισης Συσκευασιών και Αποβλήτων συσκευασιών στη Κύπρο. Ήδη με το Σύστημα συνεργάζονται μέχρι σήμερα περίπου 200 υπόχρεες επιχειρήσεις.
Ο τρόπος που οργανώνεται και δρα ο κάθε συλλογικός φορέας διαχείρισης διαφέρει κατά πολύ από χώρα σε χώρα και έχει να κάνει με τις τοπικές συνθήκες της κάθε χώρας. Δεν υπάρχουν πουθενά δύο πανομοιότυπα συστήματα ούτε μπορεί κάποιος να αντιγράψει ένα σύστημα όσο επιτυχημένο και αν είναι αυτό από μια χώρα στην άλλη. Μπορεί όμως κάποιος μέσα από τη μελέτη των διαφόρων συστημάτων που δραστηριοποιούνται στις διάφορες χώρες να αξιολογήσει και να επιλέξει θετικά στοιχεία από άλλα συστήματα που μπορεί να έχουν εφαρμογή και στη χώρα του και να τα εντάξει σε ένα νέο που θα υλοποιηθεί. Άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να επανεφεύρει κάποιος τον τροχό και να υποπέσει έτσι σε λάθη που έχουν ήδη κάνει , τη στιγμή που μπορεί να παραδειγματιστεί και να υιοθετήσει θετικά στοιχεία από αντίστοιχα συστήματα σε άλλες χώρες (benchmarking).
Με αυτή τη λογική και η Green Dot Cyprus επέλεξε από την αρχή, αντί να αυτοσχεδιάσει, να βασιστεί πάνω στις πολύτιμες εμπειρίες που απέκτησε τα τελευταία δώδεκα χρόνια το σύστημα διαχείρισης οικιακών συσκευασιών Βελγίου, η Εταιρεία Fost Plus. H Fost Plus διαχειρίζεται ένα από τα πιο επιτυχημένα και αποδοτικά Συστήματα στην Ευρώπη τα τελευταία 12 χρόνια, με εξαιρετικά ψηλά ποσοστά ανακύκλωσης. Η Fost Plus έδρασε ως Σύμβουλος της Green Dot Cyprus και καθοδήγησε με επιτυχία της ετοιμασία του επιχειρησιακού σχεδιασμού της Green Dot Cyprus και της αίτησης για αδειοδότηση, με αποτέλεσμα την 1η Αυγούστου η Green Dot Cyprus να εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές ως το πρώτο αδειοδοτημένο Σύστημα Διαχείρισης Συσκευασιών και Αποβλήτων Συσκευασιών στην Κύπρο.